18)Θέλανε οι ξανθιές να αποδείξουνε ότι δεν είναι χαζές, οπότε μαζευτήκανε στο ΣΕΦ (όσες χωρούσανε) και βρήκανε και κάποιους επιστήμονες για κριτές.
Παίρνουν οι κριτές μια τυχαία ξανθιά από το κοινό και άρχισαν τις ερωτήσεις.
-Πείτε μας, δεσποινίς πόσο κάνει οχτώ και επτά;
-Δώδεκα, απαντά μετά από λίγη σκέψη.
Αρχίζουν οι υπόλοιπες ξανθιές να φωνάζουν:
-Δωσ'της άλλη μια ευκαιρία, δωσ'της άλλη μια ευκαιρία...
Οι κριτές για να μη φανούν κακοί την ξαναρωτάνε:
-Παρακαλώ πείτε μας, πόσο κάνει έξι και έξι;
-Εντεκα ,απαντά η ξανθιά.
Αρχίζει πάλι το κοινό:
-Δωσ'της άλλη μια ευκαιρία, δωσ'της άλλη μια ευκαιρία...
Οι κριτές τελικά το παραβλέπουν και ρωτούν για τελευταία φορά:
-Πείτε μας πόσο κάνει τρία και ένα;
Νεκρική ησυχία στο κοινό από την αγωνία, η ξανθιά να τρέμει, οπότε όλο αμφιβολία απαντά:
-Μήπως τέσσερα;
Και αρχίζουν να φωνάζουν από το κοινό:
-Δωσ'της άλλη μια ευκαιρία, δωσ'της άλλη μια ευκαιρία....
19) Ητανε δυο γνωστοί που μένανε σε ένα προάστιο μίας πόλης και η δουλειά και των δύο ήτανε στο κέντρο της. Κάθε πρωί έπαιρναν το αυτοκίνητο τους και πήγαιναν στη δουλειά τους. Κάποια περίοδο έπρεπε του ενός το αυτοκίνητο να μείνει στο συνεργείο, για λίγες μέρες οπότε προσφέρθηκε ο άλλος να τον πηγαίνει στη δουλειά του. Το πρώτο πρωί ενώ πηγαίνουν στη δουλειά τους, σε μια απότομη στροφή που είχε γκρεμό από κάτω ,πετάγεται ο συνοδηγός και λέει στα πεταχτά "κιχ-κιχ". Ο οδηγός το άκουσε αλλά δεν έδωσε σημασία. Στο γυρισμό το μεσημέρι ενώ περνούσαν από την ίδια στροφή, πετάγεται πάλι ο συνοδηγός και λέει πάλι "κιχ-κιχ". Αυτή τη φορά ο οδηγός δεν άντεξε και τον ρώτησε γιατί το κάνει αυτό.
-Να μωρέ, του απαντά ο άλλος ,τις προάλλες περνούσε από εδώ ένας ξάδερφος μου και του έφυγε το αυτοκίνητο και πήγε στον γκρεμό και γίναν όλα τόσο γρήγορα που ούτε κιχ δεν πρόλαβε να κάνει.
20)Δυο ποντικάκια συζητούν:
-Ασε ρε, εχτές το βράδυ μου κλέψανε το CD του Σφακιανάκη.
-Και μένα μου κλέψανε δυο κιλά φασόλια.
Εκείνη την ώρα περνούσε ένα τρίτο ποντικάκι και τραγουδούσε:
-Ο αετός πεθαίνει στον αέρααα, πριτςς πριτςς.
21)Ο Τοτός κάνει πάρτι στο σπίτι του για τα γενέθλια του. Η μητέρα του είναι στην κουζίνα και ετοιμάζει λιχουδιές για τα παιδιά. Εκείνη την ώρα έρχεται ο πατέρας του Τοτού από τη δουλειά και λέει στη γυναίκα του.
-Γυναίκα έχω ορμές και θέλω να κάνουμε έρωτα τώρα αμέσως.
-Μα αντρούλη, έχουμε πάρτι, καλεσμένους και θα γίνουμε ρεζίλι.
-Δεν αντέχω ούτε λεπτό και πρέπει να κάνουμε κάτι για να τα βολέψουμε.
-Δηλαδή σαν τι;
-Να, εσύ θα κοπείς λίγο με το μαχαίρι, θα σπάσουμε και ένα πιάτο και θα πούμε ότι έσπασε ένα πιάτο και κόπηκες όταν μάζευες τα σπασμένα και ότι θα πάμε πάνω για να στο δέσω.
Πράγματι κόβεται λίγο η μητέρα του Τοτού, πετάνε και ένα πιάτο κάτω για να σπάσει. Ακούει ο Τοτός το θόρυβο και τρέχει στην κουζίνα.
-Τι έγινε;
-Τίποτα σημαντικό, απαντάει ο πατέρας του, έσπασε ένα πιάτο η μαμά σου και κόπηκε όταν τα μάζευε και θα πάμε πάνω να το δέσουμε.
-Καλά, λέει ο Τοτός και ξαναγυρίζει στους φίλους του, ενώ οι γονείς του πήγανε επάνω.
Η ώρα περνούσε, οπότε ο Τοτός ανησύχησε και πήγε επάνω να τι γίνεται. Περνώντας έξω από την κρεβατοκάμαρα των γονιών άκουσε βογκητά. Σκύβει και βλέπει τους γονείς του να κάνουν έρωτα. Αμέσως αλλάζει χρώμα και γίνεται άσπρος, κατεβαίνει με τα τέσσερα τα σκαλοπάτια, τρέχει κλείνει τη μουσική και γυρίζει προς τους φίλους του και τους λέει:
-Μην τολμήσει κανένας να σπάσει πιάτο γιατί θα τον γαμήσει ο πατέρας μου.
22)Στο σχολείο του Τοτού η δασκάλα τους έχει βάλει για εργασία να σκεφτούν μια παροιμία και να προσπαθήσουν να την παραστήσουν. Ο Τοτός, ως συνήθως δεν έχει κάνει τίποτα αλλά προσπαθούσε να σκεφτεί κάτι εκείνη την ώρα. Οταν ήρθε η σειρά του, του λέει η δασκάλα του:
-Τοτέ δείξε μας την παροιμία σου και εμείς θα προσπαθήσουμε να την βρούμε.
Σηκώνεται πάνω ο Τοτός βγάζει ένα δεκάρικο από την τσέπη του, βγάζει και την τσίχλα από το στόμα του, τη βάζει πάνω στο δεκάρικο και τα πετάει στο ταβάνι, οπότε και κολλάνε εκεί. Μετά πιάνει με το ένα χέρι του τα γεννητικά του όργανα κάνει με το άλλο χέρι σαν να είναι ζητιάνος και κοιτάει συνεχώς προς το δεκάρικο. Το βλέπει η δασκάλα του και βάζει τις φωνές.
-Αύριο Τοτέ θα έρθεις με τη μαμά σου στο σχολείο.
-Μα γιατί κυρία, η παροιμία λέει «Κάλιο τρία και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρι».
23)Είναι ο Τοτός με την αδερφή του.
-Ελένη, να σου πιάσω λίγο το χέρι;
-Αν και μου φαίνεται παράξενο ορίστε, του απαντά η αδερφή του.
-Ελένη να σου πιάσω λίγο τον ποπό;
-Τοτέ τι πράγματα είναι αυτά;
-Ως αδερφάκι σου, το εννοώ.
-Καλά εντάξει.
Μετά από λίγο.
-Ελένη να σου πιάσω το βυζί;
-Τοτέ σα δε ντρέπεσαι.
-Ως αδερφάκι σου, το εννοώ.
-Καλά εντάξει.
-Ελένη να κάνουμε έρωτα;
-Τοτέ θα το πω στη μαμά.
-Ως αδερφάκι σου, το εννοώ.
-Καλά εντάξει.
Αφού τελειώνουν, γυρίζει η Ελένη και λέει στον Τοτό:
-Τελικά είσαι πιο καλός από τον μπαμπά.
-Και εσύ πιο καλή από τη μαμά, της απαντά ο Τοτός.
24)Ταξίδευε κάποιος με ένα Autobianci στην εθνική και κάποια στιγμή του μένει τελείως. Ο άνθρωπος τα έβαλε με την τύχη του γι΄αυτό που έπαθε. Εκείνη την ώρα περνούσε κάποιος με μια BMW και βλέπει την όλη κατάσταση.
-Φιλάρα μπορώ να σε τραβήξω μέχρι την επόμενη πόλη. Θα σε δέσω με ένα σχοινί, εσύ μπες στο δικό σου και άμα τρέχω ή κάτι δεν πάει καλά κόρναρε μου.
Δένουν τα δυο αυτοκίνητα και ξεκινάνε. Η BMW να πηγαίνει το πολύ με σαράντα χιλιόμετρα και ο άλλος από πίσω να είναι αραχτός με το τσιγάρο, χαζεύει το τοπίο.
Κάποια στιγμή δίπλα στην BMW έρχεται ένας με μια Mercedes και κάνει στον οδηγό της BMW:
-Χαιρετώ το χελωνάκι της εθνικής, και το σανιδώνει.
Τα παίρνει στο κρανίο ο οδηγός της BMW και καρφώνει το πόδι του στο γκάζι. Τελικά καταλήγουν τα δυο αυτοκίνητα να κάνουν άγρια κόντρα, τρέχοντας γύρω στα διακοσαπενήντα χιλιόμετρα την ώρα. Ο άλλος από πίσω να κορνάρει απεγνωσμένα αλλά ο οδηγός της BMW είναι τόσο απορροφημένος με την κόντρα που τον έχει ξεχάσει τελείως.
Πιο κάτω είναι ένα περιπολικό της τροχαίας, βλέπει να περνούν, σαν σίφουνες τα τρία αυτοκίνητα και τρέχει να δώσει αναφορά στον ασύρματο.
-Εδώ όχημα 326, μόλις είδα κάτι τελείως τρελό.
-Τι πράγμα εννοείς;
-Μόλις πέρασαν μια BMW και μια Mercedes τρέχοντας με 250 χιλιόμετρα.
-Και που το παράξενο, τον ρωτάνε από τον ασύρματο.
-Από πίσω σε απόσταση ενός μέτρου έτρεχε και ένα Autobianci με 250 χιλιόμετρα και κόρναρε, κιόλας, για να προσπεράσει.
25)Είναι δυο φίλοι και κάνουν εκδρομή με το αυτοκίνητο κάπου στην επαρχία. Σε λίγο βλέπουν ένα κοπάδι από πρόβατα.
-Πόσα να είναι άραγε, λέει ο συνοδηγός.
-διακοσιατριανταέξι, απαντά ο οδηγός.
Κατεβαίνει ο συνοδηγός να πάει να ρωτήσει το βοσκό και πράγματι τα πρόβατα είναι τόσα. Λίγο πιο κάτω βλέπουν ένα άλλο κοπάδι.
-Πόσα είναι αυτά, λέει ο συνοδηγός.
-Τριακόσιαδωδεκα, απαντά αμέσως ο οδηγός.
Κατεβαίνει ο συνοδηγός και πάει και ρωτάει το βοσκό και όντως τα πρόβατα είναι τόσα. Γυρίζει στο αυτοκίνητο και όλο περιέργεια ρωτά τον οδηγό.
-Πως ξέρεις πόσα είναι κάθε φορά, μετράς τα κεφάλια;
-Υπάρχει και ποιο εύκολος τρόπος, απλά μετράω τα πόδια και διαιρώ δια τέσσερα.
26)Είναι η ώρα της ζωγραφικής και η δασκάλα λέει στα παιδιά να
ζωγραφίσουν ό,τι θέλουν. Περνάει η ώρα, τελειώνουν τα παιδιά και η
δασκάλα μαζεύει τις ζωγραφιές τους, τις κοιτάζει και σταματάει
έκπληκτη στη καταπληκτική ζωγραφιά του Ταμτάκου. Αμέσως τον
φωνάζει και του λέει να έρθει την επόμενη μέρα με τον πατέρα του.
Την επόμενη μέρα...
-Καλημέρα σας κυρά ντασκάλα.Το ξέρω ό,τι και να μου πείτε έκετε
ντίκιο. Το έχω σπάσει στο ξύλο το κωλόπαιντο, αλλά τίποτα.
-Μα τι είναι αυτά που μου λέτε...
-Μα σας παρακαλώ, ντε ξέρω εγώ το παιντί που έχω; Να το σπάσετε
κι εσείς στο ξύλο το κωλόπαιντο μπας και βάλει μυαλό.
-Τι λέτε τώρα; Να δείρω το παιδί σας που ζωγράφισε ένα φανταστικό
τοπίο; Πρόκειται για μεγάλο ταλέντο και πρέπει να το βοηθήσετε.
-Α γι`αυτό μιλάς καλέ ντασκάλα. Αυτό ντε είναι τίποτα. Προχτές το
κωλόπαιντο ζωγκράφισε ένα μουνί στον τοίχο της γκειτονειάς μας και
σπάσαμε όλοι τ`αρχίντια μας.
27)Ήταν ένας ξεβουλωτής βόθρων μαζί με τον μαθητευόμενο βοηθό του και πήγαν στο
σπίτι μιας κυρίας, της οποίας η μπανιέρα είχε γεμίσει σκατά και έπρεπε με λίγα
λόγια να ξεβουλώσουν την μπανιέρα να φύγουν τα σκατά.
Πάει λοιπόν εκεί ο μάστορας και πλούτς! βουτάει μέσα στην μπανιέρα με τα σκατά.
Μετά από λίγο βγαίνει και λέει στο βοηθό του:
-Βοηθέ κατσαβίδι.
Του δίνει λοιπόν ο βοηθός το κατσαβίδι και ξανά πλάτς! ο μάστορας στα σκατά.
Βγαίνει μετά από λίγο και:
-Βοηθέ την πένσα.
Του δίνει ο βοηθός την πένσα...και τέλος πάντων μετά από πολλές βουτιές και
γεμάτος σκατά ο μάστορας βγαίνει και λέει στον βοηθό του:
-Αντε ρε βλάκα, κοίτα να μαθαίνεις γιατί αλλιώς μια ζωή βοηθός θα μείνεις...
28) Περί γυναικείας ψυχρότητας.
Είναι ένα ζευγάρι που ζει σε κάποιο χωριό, μακριά από την πόλη. Το ζευγάρι δεν
μπορεί να κάνει έρωτα γιατί η γυναίκα δεν τη βρίσκει με τίποτα και την ώρα που
κάνουν έρωτα διαβάζει εφημερίδα, καπνίζει και άλλα συναφή.
Μια μέρα του τη δίνει του άνδρα με την κατάσταση αυτή και λέει λοιπόν στη
γυναίκα, "Γυναίκα, αύριο θα πάμε στην πόλη σε μια κλινική να σ'εξετάσουν
γιατί δεν είναι κατάσταση αυτή."
Η γυναίκα λοιπόν συμφωνεί και την άλλη μέρα φτάνουν στη πόλη και πηγαίνουν
στην κλινική. Περιμένοντας στην ρεσεψιόν της κλινικής βλέπουν κάτι τύπους με
άσπρα σακάκια και άσπρα παντελόνια.
Ο άνδρας πλησιάζει έναν απ'αυτούς και του λέει, "Γιατρέ μου η γυναίκα μου έχει
αυτό κι αυτό το πρόβλημα και μπλα, μπλα....
-Ελάτε μέσα στο δωμάτιο δεξιά να σας εξετάσουμε, λέει ο ένας στη γυναίκα.
Αυτή μπαίνει μέσα στο δωμάτιο και ο άνδρας της περιμένει στη ρεσεψιόν.
Αμέσως ο γιατρός με αποφασιστικές κινήσεις βάζει τη γυναίκα να ξαπλώσει, της
βγάζει τα ρούχα και αρχίζει να την πηδάει. Αυτή αδιάφορα παίρνει ένα περιοδικό
και αρχίζει να το διαβάζει.
Ο γιατρός τελειώνει την "εξέταση" και σαστίζει με την αδιαφορία της γυναίκας.
Φωνάζει κάποιον απ'έξω, "Ρε συ Μιχάλη έλα να δεις μια περίπτωση". Μόλις μπαίνει
μέσα αυτός του εξηγεί και μη χάνοντας χρόνο αρχίζει να πηδάει κι αυτός.
Η γυναίκα αδιαφορώντας για ότι γίνεται καπνίζει ένα τσιγάρο.
Τελειώνει και ο Μιχάλης με την "εξέταση" αλλά η γυναίκα αδιάφορη.
-Ρε δε φωνάζουμε τον Μάρκο που έχει ένα πουλί σαν του γαϊδάρου, μήπως αυτός
καταφέρει κάτι;
Τον φωνάζουν λοιπόν, ρίχνει κι ο Μάρκος μια από τα ίδια, αλλά η γυναίκα τίποτα
Τέλος εξαντλημένοι βγαίνουν απ'το δωμάτιο και βλέποντάς τους ο άνδρας της
γυναίκας τους ρωτάει για τ'αποτελέσματα της εξέτασης. Κι αυτοί του λένε,
-Η γυναίκα σας έχει σοβαρό πρόβλημα, πρέπει να τη δει ένας γιατρός!
-Γιατί, εσείς τι είσαστε; ρωτάει ο άνδρας.
-Εμείς εδώ βάφουμε. Ελαιοχρωματιστές είμαστε....
29) Μικροβιολογικό τεστ.
Η κυρία Τουλουμπουκίδου Κατερίνα πηγαίνει στον μικροβιολόγο στις 8 το πρωί για
εξετάσεις. Ο γιατρός της παίρνει το αίμα και σημειώνει στο μπουκαλάκι τ'όνομά
της.
Κατά το μεσημέρι μια άλλη κυρία Τουλουμπουκίδου Κατερίνα πηγαίνει επίσης για
εξετάσεις αίματος. Ο γιατρός της παίρνει αίμα και σημειώνει τ'όνομά της στο
καινούργιο μπουκαλάκι.
Το απόγευμα βλέπει ότι στο ένα μπουκαλάκι το αποτέλεσμα είναι ζάχαρο 500 και στο
άλλο το αποτέλεσμα είναι AIDS.
Το δίλημμα μεγάλο, ποια είναι ποια?
Την άλλη μέρα ο σύζυγος της μιας πηγαίνει να πάρει τ'αποτελέσματα και ο
γιατρός του λέει:
-Ξέρετε, κύριε Τουλουμπουκίδη, η κατάσταση είναι λίγο περίπλοκη. Το μόνο που
μπορείτε να κάνετε είναι να πάρετε ένα ταψί μπακλαβά να το πάτε σπίτι και να
ταΐσετε τη γυναίκα σας. Εάν δεν πεθάνει, μη την ξαναγαμήσετε...
30)Ητανε μια οικογένεια που ήθελε να πάρει κατοικίδιο για το σπίτι. Πάει λοιπόν η γυναίκα σε ένα μαγαζί με ζώα για να διαλέξει. Είδε έναν ωραίο πολύχρωμο παπαγάλο και της άρεσε πολύ.
-Αυτό θέλω, λέει στον καταστηματάρχη.
-Ξέρετε αυτός πριν ήταν σε μπουρδέλο και γιαυτό βρίζει πολύ, της απαντάει.
-Δεν με νοιάζει, τον θέλω.
Τον αγοράζει λοιπόν και τον πάει στο σπίτι. Μόλις βγάζει την κουκούλα από το κλουβί, ο παπαγάλος λέει:
-Καινούργιο μπουρδέλο, καινούργιο μπουρδέλο...
Μόλις γυρίζει και βλέπει την γυναίκα λέει:
-Καινούργια τσατσά, καινούργια τσατσά...
Εκείνη την ώρα μπαίνει η θυγατέρα της οικογενείας και μόλις τη βλέπει ο παπαγάλος λέει:
-Καινούργια πουτάνα, καινούργια πουτάνα...
Αυτή τη στιγμή που συμβαίνουν αυτά γυρίζει και ο πατέρας από τη δουλειά. Μόλις τον βλέπει ο παπαγάλος λέει:
-Αλλάξαμε μπουρδέλο, αλλάξαμε τσατσά, αλλάξαμε πουτάνα, αλλά ο κύριος Νικολάκης παραμένει τακτικός πελάτης.
31)Ητανε κάποτε ένας κυνηγός αρκούδων και πάει στο δάσος να κυνηγήσει. Βλέπει πίσω από έναν θάμνο το πόδι μιας αρκούδας. Βγάζει την καραμπίνα, σημαδεύει και αρχίζει να πυροβολά συνεχώς μέχρι να αδειάσει το όπλο. Μετά κοιτά για πτώμα αρκούδας αλλά τίποτα. Ξάφνου κάτι του χτυπά την πλάτη, γυρίζει και βλέπει την αρκούδα που του λέει:
-Γιαυτό που έκανες θα μου πάρεις πίπα αλλιώς θα σε σκοτώσω.
Τι να κάνει ο άνθρωπος, το έκανε και έφυγε νευριασμένος, ορκιζόμενος ότι θα εκδικηθεί. Την άλλη μέρα ξαναπήγε, στο ίδιο μέρος, κουβαλώντας αυτή τη φορά πολυβόλο. Πίσω από ένα θάμνο βλέπει το αυτί της αρκούδας, βγάζει το πολυβόλο και αρχίζει να ρίχνει μέχρι που άδειασε η γεμιστήρα. Κοιτά για πτώμα αρκούδας αλλά δυστυχώς τίποτα. Ξάφνου του χτυπά πάλι την πλάτη, γυρίζει και βλέπει πάλι την αρκούδα που του λέει αυτή τη φορά:
-Επειδή ξαναπροσπάθησες να με σκοτώσεις αυτή τη φορά θα στήσεις κώλο αλλιώς θα σε πετσοκόψω.
Τι να κάνει ο άνθρωπος το κάνει και φεύγει, πραγματικά νευριασμένος, απειλώντας την αρκούδα ότι κάποτε θα καταφέρει να την σκοτώσει. Την άλλη μέρα έρχεται με ένα μπαζούκα και ψάχνει την αρκούδα. Πίσω από κάτι φυτά διακρίνει το περίγραμμα της, οπότε σημαδεύει και ΜΠΑΜ. Σίγουρος πλέον ότι την σκότωσε ψάχνει για το πτώμα της, αλλά τίποτα. Γυρίζει όλο τρόμο πίσω του και βλέπει την γνωστή αρκούδα, που του λέει:
-Εχω την υποψία ότι δεν έρχεσαι στο δάσος για να κυνηγήσεις, αλλά για κάτι άλλο!!!
32)Σε μια κουκέτα τρένου ταξιδεύουν δυο άγνωστοι και κάποια στιγμή ο κάτω λέει στον πάνω:
-Ρε φιλάρα, επειδή η γυναίκα μου δεν βρήκε κρεβάτι, γίνεται να την φέρω να κοιμηθεί εδώ μαζί μου;
Ο πάνω λίγο από ντροπή, λίγο από φιλότιμο τελικά δέχτηκε. Ομως κάποια στιγμή το βράδυ η γυναίκα του κάτω είχε όρεξη για «τρελίτσες» και άρχισε να τρίβεται στον άντρα της.
-Τι κάνεις, ρε γυναίκα, δεν είμαστε μόνοι μας, ντροπή πάει.
-Μα σε θέλω πάρα πολύ.
Λίγο-λίγο τον έψησε, γδυθήκανε και αρχίσανε το σεξ. Ο πάνω τους άκουσε αλλά ντρεπόταν να μιλήσει και προσπαθούσε να κοιμηθεί. Οι κάτω όμως ενώ κάνανε σεξ
μιλούσανε κιόλας.
-Τι κάνουμε γυναίκα τώρα;
-Ετοιμάζουμε το γιο μας άντρα μου.
-Και τι θα τον κάνουμε άμα μεγαλώσει;
-Οικοδόμο να τον κάνουμε, επιβήτορα μου.
-Οχι, δεν θα τον κάνουμε οικοδόμο.
-Και τι θα τον κάνουμε, άντρα μου;
-Θα τον κάνουμε επιστήμονα, ναι επιστήμονα, επιστήμονα, και κόντευε να τελειώσει.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή εκτροχιάζεται το τρένο, τουμπάρει η κουκέτα, πέφτουν όλοι κάτω και τελικά βρίσκονται και οι τρεις μαζί στο πάτωμα, μαζί με ρούχα, στρώματα, κτλ. Σηκώνεται ο πάνω και λέει στο ζευγάρι:
-Ορίστε το σουτιέν της γυναίκας σας, ξεκρεμώντας το από τον ώμο του, ορίστε και το μποξεράκι σας, τινάζοντας το από το πόδι του, και τέλος πάρτε και τον επιστήμονα σας, σκουπίζοντας το πρόσωπο του.
33)Ενας κρητικός από ένα χωριό κάπου στον Ψηλορείτη, ταξιδεύει πρώτη φορά με καράβι, για την Αθήνα. Το καράβι όμως κουνάει αρκετά και ο κρητικός ως ασυνήθιστος που είναι, τον πειράζει πολύ. Κατά τα μεσάνυχτα, δεν αντέχει και πάει και βρίσκει τον καπετάνιο.
-Καπετάνιε, το καράβι κουνεί και θέλω να κατεβώ.
-Τι πράγμα, τον ρωτά ο καπετάνιος όλο απορία.
-Θέλω να κατέβω εδώ, γιατί δεν μπορώ άλλο.
-Τρελός είσαι, είμαστε μες στη μέση της θάλασσας.
-Ε, πήγαινε τότε το καράβι από ένα δρόμο που να μην έχει λακκούβες
Κόκαλο ο καπετάνιος....
34)Ηταν ένας αράπης και ήθελε να κάνει έρωτα, οπότε σκέφτηκε να πάει σε ένα μπουρδέλο. Μπαίνει σε ένα αλλά η τσατσά του λέει:
-Δεν γίνεται να σας δεχτώ γιατί είστε αράπης.
-Μήπως είστε ρατσιστές;
-Όχι αλλά εσείς οι μαύροι την έχετε πολύ μεγάλη και όπως τα κορίτσια έχουν συνηθίσει στις μικρές, θα έχουν πρόβλημα.
-Εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους μαύρους, την έχω μικρή.
-Όχι, όχι ,λυπάμαι δεν γίνεται.
Το ίδιο έγινε σε δυο-τρία μπουρδέλα, οπότε πάει και στο τελευταίο της περιοχής με την ελπίδα ότι θα τον δεχτούν. Η τσατσά όμως του λέει πάλι:
-Λυπάμαι δεν γίνεται γιατί εσείς οι μαύροι την έχετε πολύ μεγάλη και όπως τα κορίτσια έχουν συνηθίσει στις μικρές, θα έχουν πρόβλημα.
-Εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους μαύρους, την έχω μικρή.
-Όχι, όχι ,λυπάμαι δεν γίνεται.
-Σας παρακαλώ πολύ μη με διώξετε και εσείς όπως οι άλλοι.
-Καλά κομμάτια να γίνει, αφού λες κιόλας ότι την έχεις μικρή, αλλά θα μπεις μέσα μόνο για μια πίπα.
-Ασε, άμα είναι για πίπα την κάνω και μόνος μου.
35)Οι πόντιοι Κωστίκας και Γιωρίκας αποφασίζουν να ανοίξουν ένα κρεοπωλείο. Ανοίγουν λοιπόν το μαγαζί και περιμένουν την πελατεία.
Λέει ο Γιωρίκας στον Κωστίκα:
-Ρε συ Κωστίκα, Δε θα ήταν καλύτερα να κάνουμε μια προπόνηση για να δούμε πως θα μιλάμε στους πελάτες;
-Δίκιο έχεις ,απαντάει ο Κωστίκας.
-Ακου τι θα κάνουμε, εσύ θα βγεις έξω και θα ξαναμπείς για να παραγγείλεις σαν να είσαι πελάτης, εντάξει;
-Εντάξει, απαντά ο Κωστίκας και βγαίνει έξω.
Ξαναμπαίνει μετά από δυο λεπτά και λέει:
-Καλημέρα.
-Καλημέρα, πως μπορώ να σας εξυπηρετήσω;
-Θα ήθελα μια πορτοκαλάδα, απαντά ο Κωστίκας.
-Τι πορτοκαλάδα ρε βλάκα, κρεοπωλείο είμαστε όχι καφενείο. Βγες έξω και ξαναδοκίμασε.
Πράγματι βγαίνει έξω και ξαναμπαίνει.
-Καλημέρα σας.
-Καλημέρα σας, τι θα θέλατε;
-Θα ήθελα μια πορτοκαλάδα.
Ο Γιωρίκας σταλμένος τελείως αρχίζει να τον βρίζει.
-Τι λες, μωρέ πανηλίθιε, βλάκα τόσο κόπανος είσαι; Δεν γίνεται έτσι δουλειά, λοιπόν θα κάνεις εσύ τον καταστηματάρχη και εγώ τον πελάτη.
Βγαίνει έξω ο Γιωρίκας και ξαναμπαίνει μετά από λίγο.
-Καλημέρα σας, θα ήθελα μισό κιλό κιμά.
-Τα μπουκάλια τα έφερες;
36)Τρεις φίλοι κυνηγοί συζητούν. Λέει ο ένας:
-Μια φορά πήγα στη ζούγκλα και σκότωσα ένα λιοντάρι, οχτώ μέτρων μήκους και δυο πλάτους.
-Αυτό δεν είναι τίποτα, λέει ο δεύτερος, εγώ κάποτε στην Αφρική σκότωσα έναν ελέφαντα δέκα μέτρων ύψους και βάρους εξήντα τόνων.
Οπότε γυρίζει και ο τρίτος και τους λέει:
-Ρε παιδιά την Νεκρά Θάλασσα την ξέρετε, λοιπόν εγώ την σκότωσα.
37)Ένας τύπος έχει έντονο πρόβλημα με αιμορροΐδες και παρόλο που έχει επισκεφτεί πολλούς γιατρούς θεραπεία δεν βλέπει, οπότε αποφασίζει να πάει σε έναν που ξέρει γιατροσόφια να του πει το πρόβλημα του.
-Φίλε μου είναι απλό, κάθε πρωί, θα βάζεις στον πρωκτό σου το κατακάθι από τον καφέ που πίνεις, για είκοσι μέρες και μετά θα είσαι περδίκι.
Οι είκοσι μέρες περνάνε αλλά αποτέλεσμα κανένα και αποφασίζει να επισκεφτεί έναν καινούργιο πρωκτολόγο. Πάει λοιπόν και του λέει το πρόβλημα του και αυτός τον βάζει να σκύψει για να τον εξετάσει.
-Χμ, χμ ,πωπώ, τέλοσπάντων.
-Γιατρέ μου πείτε μου είναι τόσο σοβαρό;
-Όχι, αλλά βλέπω ότι μεγάλο δρόμο θα διαβείς και στεφάνι θα φορέσεις.
38)Ένας νεαρός που πρόκειται να παντρευτεί συζητά με τον πατέρα του.
-Πατέρα, τι θα κάνω την πρώτη νύχτα του γάμου;
-Θα πάρεις αυτό που έπαιζες, όταν ήσουν μικρός και θα το βάλεις εκεί που κατουρά η γυναίκα σου.
Ο νέος όμως παρερμήνευσε και την πρώτη νύχτα του γάμου, έβαλε την μπάλα μπάσκετ στη λεκάνη της τουαλέτας.
39)Μπαίνει ένας πιτσιρικάς μέσα στην τουαλέτα και βλέπει τον πατέρα του να βάζει ένα προφυλακτικό.
-Ρε πατέρα, τι κάνεις εκεί;
-Υπάρχει ένα ποντίκι, εδώ μέσα και φτιάχνω μια παγίδα, για να το πιάσω.
-Δηλαδή θες να το πιάσεις για να το γαμήσεις;
40)Είναι ο Τοτός στο σχολείο και η δασκάλα τους μαθαίνει την αλφαβήτα.
-Παιδιά μου για κάθε γράμμα θα μου λέτε μια λέξη που ξεκινά από το γράμμα αυτό. Πείτε μου για το άλφα.
Πετάγεται η Αννούλα και λέει «αχλάδι».
-Μπράβο παιδί μου.
Φτάνουν στο γράμμα «Μ» οπότε πετάγεται ο Τοτός και λέει τη λέξη «μουνί».Τσατίζεται η δασκάλα και του λέει:
-Για τιμωρία Τοτέ γιαυτό που είπες, θα σηκωθείς και θα γράψεις στον πίνακα χίλιες φορές τη λέξη που είπες και μετά θα τις σβήσεις με τη γλώσσα σου. Τι να κάνει ο Τοτός το κάνει, οπότε καταλήγει να έχει ένα μελανιασμένο πρόσωπο από την προσπάθεια και μια γλώσσα κάτασπρη από την κιμωλία. Γυρίζει σπίτι του, τον βλέπει ο πατέρας του και τον ρωτά:
-Πως είσαι έτσι, τι έπαθες;
-Άσε με ρε πατέρα και εσύ άμα είχες γλύψει χίλια μουνιά το ίδιο θα πάθαινες
41)Η Παρθένα πηγαίνει στη φίλη της να πιουν καφεδάκι και πάνω στην
κουβέντα της εκμυστηρεύεται ότι η σεξουαλική της ζωή έχει
καταντήσει φοβερά ανιαρή σε τέτοιο σημείο, ώστε με τον άνδρα της
έχουν πάψει πια να κάνουν έρωτα. Η φίλη της τη συμβουλεύει να
δοκιμάσει το 69 και της αναλύει πως ακριβώς θα το κάνουν. Η Παρθένα
λοιπόν φεύγει και τρέχει γεμάτη χαρά στον άνδρα της.
-Κωστίκα μου γδύσου γρήγορα κι έλα στο κρεβάτι να σου δείξω ένα
καινούργιο κόλπο στον έρωτα.
-Σοβαρά μιλάς ρε γυναίκα; Και τι κόλπο είναι αυτό;
-Το λένε 69 και πρέπει να στηθούμε έτσι κι έτσι... και θα σου λέω
εγώ τι ακριβώς πρέπει να κάνεις.
Ξαπλώνουν λοιπόν όλο χαρά και προσμονή στο κρεβάτι και
ετοιμάζονται.
Πάει να ξεκινήσει ο Κωστίκας όμως ξεφεύγει της Παρθένας μια
κλανιά. Εκπλήσσεται εκείνος, αλλά δεν της λέει τίποτα υποθέτοντας ότι
θα της ξέφυγε. Πάει λοιπόν να ξαναξεκινήσει όμως της ξεφεύγει της
Παρθένας δεύτερη κλανιά. Τότε εκνευρίζεται και της λέει:
-Παρθένα, τι να σου πω; Πολύ ωραίο το 69. Ρίξε λοιπόν και τις
άλλες 67 να τελειώνουμε...
42)Πως θα λεγόταν η Λάρισα, άμα είχε γύρω-γύρω θάλασσα; Βλαχονησίδα....
43)Ο Κωστίκας και ο Γιωρίκας βρίσκονται στο Βόρειο Πόλο και συζητάνε με έναν εσκιμώο σε ένα ιγκλού.
-Δε μου λες ρε φίλε, εδώ έχετε άσπρες γυναίκες;
-Ναι έχουμε, του απαντά ο εσκιμώς.
-Μαύρες έχετε, ξαναρωτά ο Γιωρίκας.
-Έχουμε και λίγες μαύρες.
-Ασπρόμαυρες έχετε;
-Όχι είμαι σίγουρος ότι ασπρόμαυρες δεν έχουμε.
Οπότε γυρίζει ο Γιωρίκας στον Κωστίκα και του λέει:
-Και στο είπα, ρε μαλάκα, ότι πιγκουίνους γαμούσαμε.
44)Μια μπανάνα, ένα αγγούρι και ένας πούτσος συζητάνε για τη ζωή τους. Μιλάει πρώτη η μπανάνα.
-Εμένα μου βγάζουνε την πέτσα και μετά με ξεσκίζουνε με τα δόντια τους.
Πετάγεται το αγγούρι και λέει:
-Σιγά ρε φίλε το κακό. Εμένα με ξεφλουδίζουνε αλλά πριν με ξεσκίσουν με τα δόντια τους, με κόβουνε και σε μικρά κομματάκια.
Τότε γυρίζει και ο πούτσος και τους λέει:
-Ρε παιδιά, εσείς περνάτε καλά και δεν πρέπει να παραπονιέστε. Εμένα μου βάζουνε μια σακούλα από το κεφάλι μέχρι τα πόδια, μετά με χώνουνε σε μια μαύρη τρύπα και με ταρακουνάνε μέχρι να κάνω εμετό.
45)Δυο άσπονδοι εχθροί τρακάρουν άσχημα με τα αυτοκίνητα τους, τα οποία γίναν παλιοσίδερα, αλλά κανείς τους δεν έπαθε τίποτα. Βγαίνουν έξω από το αυτοκίνητα και βλέπουν ο ένας τον άλλο, οπότε γυρίζει ο πρώτος και λέει:
-Παρόλο που τα αυτοκίνητα μας γίναν παλιοσίδερα, εμείς δεν πάθαμε τίποτα και αυτό πρέπει να είναι ένα σημάδι από το θεό ότι μπορούμε να ζήσουμε μαζί ειρηνικά.
-Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου, απαντά ο δεύτερος.
-Αυτό πρέπει να το γιορτάσουμε, λέει ο πρώτος και φέρνει από το αυτοκίνητο του δυο κουτάκια μπίρας που τυχαία δεν είχαν πάθει τίποτα. Δίνει το έναν στον πρώην εχθρό του και λέει «άσπρο πάτο».
-Άσπρο πάτο, απαντά και ο άλλος και την κατεβάζει μονορούφι. Μόλ